Τηλεργασία, ένα ανώτερο στάδιο ευτυχίας

Αν όχι για τους εργαζόμενους, τουλάχιστον για τα αφεντικά, για τις κυβερνήσεις και για τους στοχαστές τους.

Η «εργασία από μακριά» ήταν πάντα η συνηθισμένη συνθήκη για τους περισσότερους μεταφραστές και επιμελητές. Κι αυτοί ξέρουν από παλιά ότι τα σχετικά πλεονεκτήματά της (Ποιος είχε ποτέ όρεξη να πάει στη δουλειά; Και ποιος έχει τη διάθεση να βλέπει για 8 ή περισσότερες ώρες τα μούτρα του προϊσταμένου ή του αφεντικού του;) αντισταθμίζονται ή εξουδετερώνονται από σημαντικά μειονεκτήματα (κατάργηση της διάκρισης εργάσιμου/ελεύθερου χρόνου, απομόνωση από τους συναδέλφους, αδυναμία συλλογικής δράσης, κλπ). Όμως υπάρχουν και χειρότερα, π.χ. να κρατήσει κανείς τα παραπάνω μειονεκτήματα εξαλείφοντας ταυτόχρονα, κατά μεγάλο μέρος ή και εντελώς, τα όποια πλεονεκτήματα: το αποτέλεσμα ονομάστηκε τηλεργασία.

Σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο πρωθυπουργός δεν μπορούσε να κρύψει τον ενθουσιασμό του: «η τηλεργασία, την οποία αναγκαστήκαμε για λόγους δημόσιας υγείας να επιβάλουμε στο Δημόσιο, μας δίνει τη δυνατότητα να σκεφτούμε πως μπορούμε να την εντάξουμε με έναν πιο οργανωμένο τρόπο στην καθημερινότητα, την εργασιακή καθημερινότητα του Δημοσίου, όταν θα έχουμε αφήσει πίσω μας την πανδημία» – και ασφαλώς δεν είχε στο νου του μόνο το Δημόσιο. Μια δεξαμενή σκέψης το διατυπώνει πιο εύστροφα, με λιγότερο φανερή ανυπομονησία και μεγαλύτερη επίφαση αντικειμενικότητας: «Η ψηφιοποίηση, που επιταχύνθηκε από την υγειονομική κρίση, αφήνει ένα ισχυρό αποτύπωμα στις εργασιακές σχέσεις. Πολλά πράγματα αλλάζουν με δραματικό ρυθμό και μεταφέρουν τον κόσμο της εργασίας σε μια νέα εποχή με ανατροπές και μετασχηματισμούς αρκετών δεδομένων. Η τηλεργασία, η εξ αποστάσεως απασχόληση, γίνεται το κυρίαρχο εργασιακό μοντέλο του πλανήτη τον τελευταίο χρόνο». Και το Ευρωκοινοβούλιο απορρίπτει σαν αρχαϊκή, ή έστω άκαιρη, «την προστασία του Δικαιώματος στην Αποσύνδεση από την τηλεργασία», του δικαιώματος δηλαδή των εργαζομένων να έχουν τη δυνατότητα να απενεργοποιούν ψηφιακές συσκευές χωρίς να αντιμετωπίζουν αρνητικές συνέπειες από τους εργοδότες τους.

Και ενώ οι μανιακοί της τεχνολογίας εκστασιάζονται, προσδοκώντας την έλευση της ψηφιακής αθανασίας, εξακολουθούν να υπάρχουν οπισθοδρομικοί και γκρινιάρηδες – και, ναι, όπως συνήθως είναι εργαζόμενοι και, όπως συνήθως πάλι, από αυτούς που έχουν την κακή συνήθεια να συνδικαλίζονται ή να παλεύουν με άλλους τρόπους για τα δικαιώματά τους. Π.χ. το Σωματείο Εργαζομένων στην ΝΟΚΙΑ προχώρησε σε μια συνολική τοποθέτηση στο θέμα, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων: «ένας πολύ μεγάλος κίνδυνος της τηλεργασίας είναι η κοινωνική αποστασιοποίηση και η απομόνωση του εργαζομένου, ειδικά αν συνδυαστεί αυτό και με εξοντωτικά ωράρια. Για πολλούς/ες το γνωστό “Σπίτι-Δουλειά”, μπορεί να γίνει “Σπίτι-Σπίτι”. [...] Η σύγχυση των ορίων μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, καθώς και η εισβολή του χώρου της εργασίας στο οικογενειακό άσυλο είναι από τις πιο καταστρεπτικές συνέπειες της τηλεργασίας. Ο εργαζόμενος χάνει το γνωστό “δικαίωμα στην αποσύνδεση” και πολλές φορές καταλήγει να είναι συνεχώς σε μία κατάσταση standby, πέραν ακόμα και από εξαντλητικά ωράρια. Οι προκλήσεις και οι δυσκολίες της εργασίας που αλλιώς θα είχαν μείνει στο γραφείο, μεταφέρονται στον ιδιωτικό χώρο, δημιουργώντας προστριβές και εντάσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας» [ή, γενικότερα, μεταξύ όσων έχουν επιλέξει να ζούνε μαζί, θα προσθέταμε εμείς] και καταλήγοντας: «Είμαστε αντίθετοι με την τηλεργασία ως μόνιμη σχέση εργασίας, και όχι ως δυνατότητα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκτάκτως από τους εργαζόμενους ή ακόμα και από συναδέλφους/ισσες σε εξαιρετικές περιπτώσεις με σοβαρά προβλήματα υγείας.»

Επιπλέον, οι εργαζόμενοι στη ΝΟΚΙΑ υπογραμμίζουν μια διόλου ασήμαντη παρενέργεια: «Έχουμε δει ήδη το πως η απομάκρυνση από το φυσικό χώρο εργασίας, έχει φέρει στενότερη επιτήρηση από προϊσταμένους (reports). Υπάρχουν όμως ήδη και εργαλεία αυτοματοποίησης της επιτήρησης (περιοδικά screenshots, inactivity timers, κτλ). Πέραν αυτού όμως είχαμε παραδείγματα εταιρειών στην Ελλάδα (πχ Teleperformance) που ζητήθηκε από τους εργαζόμενους να εγκαταστήσουν κάμερες επιτήρησης στα σπίτια. Κάτι παρόμοιο μπορεί να γίνει [...] ακόμα και με την εισβολή του εργοδότη ή κρατικών μηχανισμών στον χώρο του σπιτιού για να ελέγξουν τις συνθήκες εργασίας». Παρόμοιο ζήτημα θέτει και μια πρόσφατη ανακοίνωση του ΔΣ του Πανελλήνιου Σωματείου Εργαζομένων Vodafone-Πάναφον (βλ. εδώ, ημερομηνία 19/1/2021) με τίτλο Με βιντεοσκόπηση των εργαζομένων εντός των κατοικιών τους καλωσορίζει το 2021 η διοίκηση της Vodafone: «Όπως πληροφορούμαστε εργαζόμενοι σε τηλεφωνικά κέντρα δέχονται “προτάσεις” από τους άμεσους προϊσταμένους τους (team leaders) για την εγκατάσταση καμερών στο σπίτι τους. Με δικαιολογία ότι “υπάρχουν πολλοί νέοι συνάδελφοι”, ότι “δεν γνωριζόμαστε μεταξύ μας”, ότι “θα βοηθήσει την καλύτερη επαφή”, πλασάρουν κάμερες στους συναδέλφους που εργάζονται από το σπίτι τους για τις ανάγκες των “meetings”. Μάλιστα, μερικοί προϊστάμενοι φτάνουν στο σημείο να παρουσιάσουν ως δική τους πρωτοβουλία την εγκατάσταση της κάμερας προκειμένου να γίνει ευκολότερα δεκτή, την στιγμή που είναι ξεκάθαρο πως έχουμε να κάνουμε με πρωτοβουλία της διοίκησης της εταιρείας. [...] Το λέμε καθαρά: Η εγκατάσταση καμερών και εξοπλισμού παρακολούθησης στα σπίτια των συναδέλφων δεν γίνεται για τη “γνωριμία” και για να βλεπόμαστε στα meetings, ουδόλως ενδιαφέρονται για κάτι τέτοιο. Γίνεται αποκλειστικά για την άσκηση μεγαλύτερης πίεσης και εντατικοποίησης. Η εγκατάσταση τέτοιου εξοπλισμού με οποιαδήποτε αφορμή στον προσωπικό χώρο του σπιτιού μας προσβάλλει τον καθένα εργαζόμενο, τον καθένα από εμάς και είναι και ενέργεια εντελώς παράνομη.»

Μια ακόμα ευκαιρία που δεν έμεινε αναξιοποίητη ή αλλιώς, τηλεργασία, ένα ανώτερο στάδιο αλλοτρίωσης.

 

Αναδημοσίευση από την σελίδα του Συλλόγου Μεταφραστών- Επιμελητών- Διορθωτών