Με αφορμή ένα κείμενο υποστήριξης προς το πρόσωπο του πρύτανη του ΑΠΘ Ν. Παπαϊωάννου το οποίο δημοσίευσε η καθεστωτική εφημερίδα της Καθημερινής και το συνυπογράφουν 224 πανεπιστημιακοί, έχει από μόνο του μία αξία να ρίξουμε αρχικά μία ματιά στην αριθμητική της ανθρωπογεωγραφίας των υπογραφών αυτών.

Από το σύνολο των 224 υπογραφών, μόνο οι 72 ανήκουν στο ΑΠΘ, ήτοι 1/3 (32%), δηλαδή το 68% των υπογραφόντων είναι εξωπανεπιστημιακοί, για να χρησιμοποιούμε την ορολογία του κράτους. Από τους 72 του ΑΠΘ, μόνο οι 51 είναι εν ενεργεία (οι υπόλοιποι είναι τέως/ομότιμοι), δηλαδή το πραγματικό ποσοστό είναι 23% επί του συνόλου των υπογραφών. Σημειώνουμε ότι μέσα στους «εν ενεργεία» συμπεριλαμβάνονται διορισμένοι σε κρατικούς οργανισμούς, πρώην κυβερνητικοί αξιωματούχοι κλπ. Η αναγωγή επί του πραγματικού συνόλου των εν ενεργεία πανεπιστημιακών του ΑΠΘ καταφανώς οδηγεί στην εξαέρωση κι αυτού του 23%.

Από τις 205 λέξεις του κειμένου που συνοδεύει τις υπογραφές, δεν βρέθηκε ούτε μισή λέξη που να αναφέρεται στον ξυλοδαρμό, τον βασανισμό, τον εξευτελισμό και τον -τραυματισμό των φοιτητών και των φοιτητριών που ήρθαν αντιμέτωποι/ες με την «δροσερή πνοή δημοκρατίας» που έφεραν μαζί τους τα όργανα καταστολής, την Δευτέρα 22 Φλεβάρη 2021. Η μόνη βία που αναγράφεται στο κείμενο δεν είναι αυτή που αποτυπώθηκε σε κοινή θέα πάνω στα σώματα των φοιτητών/ριων από τα ένστολα σώματα επιβολής της κρατικής εξουσίας, αλλά μία αόριστη βία διανθισμένη με ψεύδη που επιχείρησε η πρυτανική αρχή να προσάψει στους καταληψίες.

Η εξ ολοκλήρου αποδοχή της αφήγησης του πρύτανη εκ μέρους των υπογραφόντων, καταδεικνύει την ίδια την σκοπιμότητα του κειμένου αυτού. Αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα η ανακοίνωση της Συγκλήτου του ΑΠΘ, η οποία με ψήφισμά της την 1 Μάρτη 2021 «ζητεί να διερευνηθούν από τις αρμόδιες αρχές οι ευθύνες των αστυνομικών δυνάμεων για την ένταση της βίας που χρησιμοποιήθηκε στο Α.Π.Θ. κατά τα επεισόδια της προηγούμενης Δευτέρας», κάτι το οποίο ούτε καν αναφέρεται ως ψήγμα στο κείμενο των υπογραφών. Η σκοπιμότητα επομένως της κίνησης αυτής με τις υπογραφές δεν είναι άλλη από την προστασία του προσώπου του Ν. Παπαϊωάννου, ο οποίος έχει εκτεθεί ανεπανόρθωτα και ποικιλοτρόπως, με κάθε κόστος ακόμη και θυσιάζοντας την αλήθεια των γεγονότων.

Κι αν αυτό σαν πρακτική είναι κάτι αναμενόμενο όταν αναφερόμαστε στην πολιτική, οι υπογράφοντες με την ιδιότητα του πανεπιστημιακού καλούνται να απαντήσουν τι σημαίνει αυτό για τους ίδιους, όταν ταυτόχρονα κάνουν επίκληση της επιστημονικής τους ιδιότητας. Τι μπορεί να συμβολίζει ένας επιστήμονας, για το ρόλο του και την ίδια την επιστήμη που υπηρετεί, ο οποίος σπεύδει να υιοθετήσει μία ψευδή αφήγηση αδιαφορώντας σκοπίμως για τα γεγονότα; Επεκτείνοντας το ερώτημα, τι νοηματοδοτεί για ένα πανεπιστήμιο η ύπαρξη τέτοιων επιστημόνων στο δυναμικό του;

Εξετάζοντας το ζήτημα πέρα από την διάσταση του επιστήμονα και τοποθετώντας το σε αυτή του δασκάλου, τα ερωτήματα γίνονται ακόμη πιο αιχμηρά. Ποιος δάσκαλος είναι αυτός που βλέπει τον φοιτητή/ρια του τραυματισμένο και αποδέκτη της κρατικής βίας και κλείνει τα μάτια αποστρέφοντας αλλού το βλέμμα; Σε ποιο έδρανο, εργαστήριο και αμφιθέατρο την επόμενη μέρα θα μπορούσε να κοιτάξει στα μάτια το ακροατήριό του; Εν τέλει, τι «μάθημα» παραδίδει ένας τέτοιος δάσκαλος; Πόσο μάλλον όταν τάσσεται ανοιχτά εναντίον των φοιτητών/ριων του όπως οι υπογράφοντες.

Ανάγοντας τα ερωτήματα σε επίπεδο πανεπιστημίου, εν τέλει ποιο πανεπιστήμιο επιθυμεί να χαρακτηρίζεται και να εκπροσωπείται από μία πρυτανική αρχή η οποία καταφεύγει στην κρατική καταστολή παίρνοντας ευθέως θέση μάχης απέναντι στα ίδια τα μέλη της κοινότητάς του, όπως οι φοιτητές. Μία πρυτανική αρχή η οποία ψεύδεται ασύστολα, στοχοποιεί φοιτητές, τους καταδίδει και κάνει τα πάντα ώστε να διαφυλάξει -προσωρινά- τον εαυτό της. Είναι νωπά ακόμη τα δείγματα γραφής που είχε δώσει ο συγκεκριμένος πρύτανης όταν σε προηγούμενη πανεκπαιδευτική διαδήλωση στο κέντρο της Θεσσαλονίκης εργαζόμενος Υποψήφιος Διδάκτορας του ΑΠΘ είχε χτυπηθεί και συλληφθεί αιμόφυρτος από τις δυνάμεις καταστολής· με μία εκκωφαντική σιωπή να συνοδεύει την στάση του εν λόγω πρύτανη, ακόμα κι αν πρόκειται για εργαζόμενο του ιδρύματός του. Δεν πέρασαν λίγες εβδομάδες και τα δείγματα γραφής επιβεβαιώθηκαν.

Κι αν η απάντηση σε όλα τα παραπάνω για τα πιο προωθημένα και ριζοσπαστικά κομμάτια των αγωνιστών είναι προφανής, ότι δηλαδή αυτή είναι η πρακτική αυτών που συντάσσονται με τα σχέδια της ολομέτωπης επίθεσης του κράτους και του κεφαλαίου στις ζωές μας, παραμένει να απαντηθεί στους υπόλοιπους τι είδους «πανεπιστημιακή κοινότητα» θα απομείνει, αν τελικώς έστω και για το θεαθήναι καμώνονται ότι ενδιαφέρονται οι τοπικοί εκφραστές της κρατικής εξουσίας όπως διακηρύσσουν δεξιά και αριστερά.

Η θέση του πρύτανη Ν. Παπαϊωάννου μετά από την συνειδητή του επιλογή να προ(σ)καλέσει την εισβολή κατασταλτικών δυνάμεων απέναντι σε φοιτητική κινητοποίηση στο εσωτερικό του ιδρύματός του οποίου είναι επικεφαλής, αναλαμβάνοντας την πολιτική ευθύνη των ξυλοδαρμών και της καταστολής που ακολούθησε, είναι αν μη τι άλλο δύσκολη και με αδύναμη υπεράσπιση κοινωνικά. Κι αν του δόθηκε η ευκαιρία της «δημοκρατικής διαχείρισης» (ενσωμάτωσης), με το να μην λειτουργήσει ως ασφαλίτης και καταδότης των φοιτητών του (τουλάχιστον για αρχή) στον Εισαγγελέα, επέλεξε να επιδείξει σιδερένια πυγμή και «υπερβάλλων ζήλο» σε ευθεία αντιστοιχία με την πυγμή του γκλομπ και των χημικών του κράτους το οποίο υπηρετεί. Είναι χαρακτηριστική η επιμονή με την οποία επανήλθε υπερασπιζόμενος τις πράξεις του στην πρόσφατη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» (η οποία σημειώνουμε ότι έχει αναλάβει την υπεράσπιση της δημόσιας εικόνας του, και κατ’ επέκταση της δημόσιας εικόνας της πολιτικής του κράτους) στην οποία και πάλι κατορθώνει να μην αναφέρει ούτε μία λέξη για την αστυνομική βία εντός του ΑΠΘ, επικαλούμενος μάλιστα την στήριξη της Συγκλήτου προς το πρόσωπό του, η οποία Σύγκλητος όμως δε, αναφέρεται τουλάχιστον από τη μεριά της στην βία που άσκησαν τα κρατικά σώματα καταστολής, γεννώντας μία αντίφαση για τις επικλήσεις του πρύτανη.

Το κράτος και η ακροδεξιά κυβέρνηση της ΝΔ που τελεί χρέη πολιτικού προσωπικού, επιλέγουν τον δρόμο της όξυνσης, εφαρμόζοντας ένα σχέδιο προληπτικής αντιεξέγερσης απέναντι στην κοινωνία, προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν στο έπακρο το ατού της πανδημίας και την κατάσταση εξαίρεσης που έχουν επιβάλλει. Η αλαζονεία και η αμετροέπεια που χαρακτηρίζουν πάντοτε την Εξουσία την οδηγούν όμως και σε λάθη, όπου πλέον η διαχείριση γυρίζει μπούμερανγκ και το πολιτικό αποτέλεσμα μετατρέπεται σε πολιτικό κόστος. Τις στιγμές που γράφονται αυτές οι γραμμές η κατειλημμένη πρυτανεία του ΑΠΘ μετράει ήδη 12 μέρες λειτουργίας, με πλήθος φοιτητικών συλλόγων να λαμβάνουν αγωνιστικές αποφάσεις από τα κάτω, ενώ εδώ και αρκετές μέρες τελούν υπό κατάληψη άλλες δύο πρυτανείες, στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και στο Δημοκρίτειο. Στο χέρι μας είναι να διευρύνουμε αυτές τις ρωγμές απέναντι στην αφήγηση του εξουσιαστικού μπλοκ της κυριαρχίας και να ενδυναμώσουμε τους συλλογικούς μας αγώνες. Όσο για τον πρύτανη της καταστολής στο ΑΠΘ (γνωρίζοντας ότι αποτελεί το δέντρο και όχι το δάσος) ένας δρόμος υπάρχει, αυτός της παραίτησης.

ΥΓ. Σήμερα η Καθημερινή ανανέωσε την προσπάθεια υπεράσπισης του αχυράνθρωπου που τελεί χρέη Πρύτανη στο ΑΠΘ, κατορθώνοντας(!) να αυξήσει την εκπροσώπηση του ΑΠΘ επί του συνόλου των υπογραφών από το 23% στο 34%. Όμως και πάλι με αναγωγή στο σύνολο των εν ενεργεία διδασκόντων το ποσοστό γίνεται ισχνό. Είναι αξιοσημείωτη η σπουδή όσων βάζουν την υπογραφή τους δίπλα στα αίσχη της κρατικής καταστολής. Τα πραγματικά κίνητρα, και όχι τα παραπετάσματα καπνού μιας δήθεν «δημοκρατικότητας», τα γνωρίζουν οι ίδιοι καλύτερα από όλους.


Κίνηση Υποψηφίων Διδακτόρων Α.Π.Θ.